πομπηϊασταί

πομπηϊασταί
οἱ, Α
σύνδεσμος τών λάτρεων τού Πομπηίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Πομπήιος, κατά τα δημητρ-ιαστής, διονυσ-ιαστής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”